Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα

Οι Weisi Guo, Kristian Gleditsch και Alan Wilson είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα, μιας μορφής επιστημονικής κατάντιας. Είναι οι μονοδιάστατα ηλίθιοι Sapiens, οι οποίοι χάνονται δυο βήματα από το εργαστήρι τους. Είναι οι κλασικοί μαλθακο-πίτουρες αστοί, οι οποίοι ρουφάνε τον εσπρέσο τους δίχως την παραμικρή υποψία, για τις συνθήκες μιας τυπικής φυτείας καφέ. Είμαι σίγουρος πως θεωρούν τους άστεγους μια γραφική νότα κι αυτό, μονάχα στην ειδική περίπτωση που καταλαβαίνουν περί τίνος πρόκειται ένας άστεγος και δεν τον εκλαμβάνουν, ως τίποτα τουρίστα από τη Μογγολία. Πρόκειται για το συνηθισμένο τύπο αντιληπτικής ρηχότητας, ο οποίος αποδέχεται τους απανταχού κυβερνητικούς μηχανισμούς, ως κατά βάση καλοπροαίρετους - ή στη χειρότερη δύσκαμπτους κι αναποτελεσματικούς - παρά ως βασικούς συνένοχους. Ετούτα τα ορθά ζωντόβολα δεν έχουν ελπίδα, στον αιώνα των άπαντα, να υποψιαστούν την πολιτική φύση των αιτίων και των αιτιατών, καθώς η πολιτική είναι πλέον μπανάλ, αφηρημένη κι αντι-επιστημονική, στο βαθμό που δε μπορεί να υπαχθεί στα πειραματικά πρωτόκολλα. Τα εκατομμύρια των νεκρών και των εξαθλιωμένων δε συνιστούν μορφή κοινωνικών πειραμάτων, για τους Πιλάτους με τις λευκές, κολλαριστές φόρμες. Πιθανότατα θεωρούν πως η ασύλληπτη ποικιλία συρράξεων υπάγεται, περισσότερο, στη χαοτική τυχαιότητα της φανατικής βαρβαρότητας, παρά στη στρατηγική ανάπτυξη μιας άλλης βαρβαρότητας, νηφάλιας και καλλιεργημένης. Κι όμως, πρόκειται για πειράματα με όλη την χαρακτηριστική ανατομία των τυπικών πειραμάτων : χορηγοί (κυβερνήσεις, επιχειρήσεις), πειραματόζωα (λαοί, πανίδα, χλωρίδα), μετρησιμότητα (θυμάτων), επαναληψιμότητα (ανά την υφήλιο και ανά την εποχή), αντικειμενικότητα (εφόσον για το μέσο αστό, όλες οι συγκρούσεις ανάγονται σε κάποιο αδιάφορο «αλλού» ή κάποιο ξεθυμασμένο «άλλοτε»).

Σ' αυτό το παντελώς ηλίθιο άρθρο, επιχειρηματολογείται (στο όνομα των προαναφερθέντων ερευνητών) η δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί η Τεχνητή Νοημοσύνη στην πρόληψη των απανταχού συρράξεων και την αναζήτηση των αιτιών τους. «Armed violence is on the rise and we don’t know how to stop it» ξεκινάει το άρθρο. Αυτή η εξοργιστικά επιτηδευμένη αφέλεια θα μπορούσε να φανερώνει ανθρώπους, που ξύπνησαν από το κώμα μόλις χθες και, ξάφνου, αντίκρυσαν τον πρώτο σκοτωμένο. Σαν να μην έχει βουίξει ο τόπος κι οι λαοί πάνω από έναν αιώνα τώρα (για ν' αποφύγουμε τις παλαιότερες αναφορές), σα να μην είναι τα ράφια έτοιμα να βουλιάξουν από το βάρος της εργογραφίας πάνω στην ανθρώπινη νοσηρότητα. Οι τρεις καμπαλέρος ανακάλυψαν την κουράδα μόλις χθες κι έπεσαν σαν τις μύγες. Τα 3/4 των θυμάτων, λέει, είναι απ' το Αφγανιστάν, το Ιράκ και τη Συρία, μα στο άρθρο δύσκολα θα βρεις την παραμικρή μνεία για 'κείνη την ταπεινή χώρα των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία έχει ρημάξει τον γήινο τόπο του εγκλήματος από πατημασιές κι αποτυπώματά της. Με αριστοτεχνική ντρίμπλα, η μπάλα πασάρεται στον ΟΗΕ, δηλαδή στο κλασικό φερέφωνο της σύγχρονης πλανηταρχίας. Τα δάκρυα κυλούν ποτάμι, όταν ο τελευταίος δαπανά - το 2016 - είκοσι δισεκατομμύρια δολάρια και καλά για ανθρωπιστικούς σκοπούς, την ίδια ακριβώς χρονιά που οι ΗΠΑ δαπανούν 611 (!!!) δισεκατομμύρια για στρατιωτικούς. Με συγκρίσεις αυτού του τύπου, αν ευθύς εξαρχής δεν υποκύψει κανείς στο νευρικό γέλιο, δύσκολα μπορεί ωστόσο να γλιτώσει από τη ναυτία και τον έμετο.

Τεχνητή Νοημοσύνη από ανθρώπους
που στερούνται κανονικής.

Από το άρθρο ετούτο, δε θα ψυχανεμιστείς το παραμικρό για την ισοπέδωση της αμερικάνικης οικονομίας απ' τους πολέμους, που η ίδια προκαλεί, θα μάθεις όμως πολύ καλά για τ' άπλυτα της Γκάμπια και την κατάντια του Κογκό. Είναι πανεύκολο και piece of cake -  αν το σκεφτείς - να προσποιείσαι πως δε γνωρίζεις τι ακριβώς συμβαίνει σε κάποιο ομιχλώδες κι εξωτικό αφρικανικό επέκεινα, παρά να κάνεις τα στραβά μάτια για το βόθρο που πλημμυρίζει το κατώφλι σου. Το άρθρο αναλώνεται σε ένα σωρό κινηματογραφικές κοινοτοπίες, την ώρα που Πεντάγωνα και κάθε CIA, όχι μονάχα παρακολουθούν τα τεκταινόμενα, αλλά το συχνότερα είναι στρατηγικοί σχεδιαστές τους. Τούτες οι τεχνολογικές ασυναρτησίες δεν είναι παρά στάχτη στα μάτια, αν ποτέ υιοθετηθούν ως πολύτιμες ευρεσιτεχνίες. Θα καταλήξουμε στον τετριμμένο τραγέλαφο, ο θύτης να γίνεται και δικαστής κι όλοι οι συνήθεις ύποπτοι να ευλογούν το τεχνολογικό θαύμα, το οποίο θα δίνει τη δυνατότητα στους κρατικούς μηχανισμούς ασφαλείας να κάμουν στο τέλος καλύτερο λογαριασμό, προ-οικονομώντας εκείνα ακριβώς που προ-οικοδομούν (!).

Η κατακλείδα είναι κυριολεκτικά για γέλια (μεταφράζω ελεύθερα): «Τρία πράγματα - λέει - θα βελτιώσουν την πρόβλεψη των συγκρούσεων : νέες τεχνικές Τεχνητής Νοημοσύνης, περισσότερες πληροφορίες για τις ευρύτερες αιτίες των συγκρούσεων και της επίλυσής τους και, τέλος, καλύτερα θεωρητικά μοντέλα, τα οποία να αντανακλούν την πολυπλοκότητα των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και της ανθρώπινης λήψης αποφάσεων». Από τα τρία πράγματα, το πρώτο και το τρίτο είναι εκείνα ακριβώς στα οποία στοχεύει ο μέσος ερευνητής: μια μηχανική διαδικασία αποποίησης ευθυνών (καθώς η πραγματική και βαθιά γνώση επιτάσσει στο φέροντα και ανάλογο ήθος), ένα αποστειρωμένο ερευνητικό έργο από την οθόνη ενός υπολογιστή και, last but not least, ένα γόνιμο πεδίο αναζήτησης χορηγών ή απομύζησης κρατικών κονδυλίων. Κι όπως πολύ καλά γνωρίζει ακόμα κι ο τελευταίος προπτυχιακός, κάθε μοντέλο είναι τόσο αποτελεσματικό όσο τα δεδομένα του. Επιτρέψτε μου ν' αμφιβάλλω, λοιπόν, για την τροφοδοσία. Σ' ένα πρόγραμμα που απευθύνεται κυρίως σε κρατικούς ή δια-κρατικούς οργανισμούς - στο βαθμό που μόνο εκείνοι έχουν τα μέσα αντιμετώπισης των κρίσεων - από το input θα αγνοούνται επανειλημμένα οι φορείς, ακριβώς, εκείνοι που είναι και χρήστες. Ως εκ τούτου, στην έξοδο δε θα περιμένουμε τίποτα περισσότερο απ' όσα ήδη γνωρίζουμε. Κατά τ' άλλα, ακόμα και η πλέον νοήμων Τεχνητή Νοημοσύνη θα βρεθεί να στροβιλίζεται αμήχανη σε ατέρμονα loop, που άλλο δε θα κάνουν παρά να καίνε ρεύμα. Ο γόρδιος αυτός δεσμός θα υποκύπτει κάποτε, άδοξα, στο ξίφος της ανθρώπινης υστεροβουλίας. Τούτη η παλιά μας γνώριμη δε χρειάζεται ούτε βελτιωμένα μοντέλα, ούτε καινούργιες τεχνικές. Το μόνο που χρειάζεται είναι ψυχρή καρδιά και σταθερό χέρι. Είναι ο γυμνός μας αυτοκράτορας, που παλεύουμε να ντύσουμε με τις ελπίδες μιας ανάνηψης, εκ μέρους μας, ανέξοδης κι ανεύθυνης. Όταν αρκεί να παραδεχτούμε, απλά, πως ζούμε ακόμα σε αυτοκρατορίες.